Η νέα μόνιμη έκθεση του μουσείου αναπτύσσεται σε δύο αίθουσες όμοιας κάτοψης στους δύο ορόφους του κτηρίου και διαρθρώνεται σε θεματικές ενότητες, οι οποίες παρουσιάζουν τους πολιτισμούς που αναπτύχθηκαν στην Αργολίδα από την απώτατη προϊστορία έως και την ύστερη αρχαιότητα.
Το αρχαιότερο έκθεμα του μουσείου αποτελεί το σύμπλεγμα παλαιολιθικών εστιών από τις βραχοσκεπές στο φαράγγι της Κλεισούρας στην Πρόσυμνα (32000-21000 π.Χ.).
Ευρήματα του σπηλαίου Φράγχθι στην Ερμιονίδα τεκμηριώνουν τη μετάβαση από τη θηρευτική στην παραγωγική οικονομία.
Εκτίθενται λίθινα και οστέινα εργαλεία, όστρεα και οστά ζώων και ψαριών, κοσμήματα από όστρεο, οστό και λίθο, τα πρώτα χειροποίητα νεολιθικά αγγεία από πηλό, καθώς και μια σειρά πήλινων ανθρωπόμορφων και ζωόμορφων ειδωλίων.
Καρποδόχη από το Φράγχθι.
Περ. 5800-5300 π.Χ.
Η πρώιμη εποχή του Χαλκού ή πρωτοελλαδική περίοδος (3300-2100/2000 π.Χ.) αντιπροσωπεύεται με εκθέματα από την Τίρυνθα, την Ασίνη, το Μπερμπάτι και την Παλαιά Επίδαυρο. Εκτίθεται χαρακτηριστική κεραμική της εποχής, σφραγίδες από λίθο, πηλό και χαλκό, πήλινα σφραγίσματα, οστέινα εργαλεία, μαρμάρινα πρωτοκυκλαδικά ειδώλια, καθώς και η πήλινη εστία από το Μπερμπάτι. Ξεχωριστή θέση ανάμεσά τους κατέχει ο μοναδικός ψυκτήρας της Τίρυνθας.
Αγγεία και άλλα τέχνεργα από τον μεσοελλαδικό οικισμό της Ασίνης, την Πρόνοια Ναυπλίου, τη Μιδέα, την Τίρυνθα και το Μπερμπάτι καλύπτουν ολόκληρο το χρονολογικό φάσμα της μεσοελλαδικής εποχής (2100/2000-1600 π.Χ.), ενός πολιτισμού που αποτέλεσε το υπόβαθρο του μυκηναϊκού.
Η δομή της μυκηναϊκής ανακτορικής εξουσίας και διοίκησης σκιαγραφείται μέσα από τα ευρήματα των σπουδαίων μυκηναϊκών κέντρων, της Τίρυνθας και της Μιδέας και της Ασίνης. Ξεχωρίζουν λατρευτικά σκεύη και ειδώλια, ανάμεσα στα οποία και τα εντυπωσιακά τροχήλατα γυναικεία ειδώλια από την Τίρυνθα και τη Μιδέα, καθώς και ο περίφημος «άρχοντας της Ασίνης», πινακίδες της Γραμμικής Β΄ γραφής, αποθηκευτικοί αμφορείς, κατάλοιπα των εργαστηρίων (μήτρες, ημίεργοι ή ακατέργαστοι ημιπολύτιμοι λίθοι), καθώς επίσης και μιταννικοί σφραγιδοκύλινδροι, ένα τάλαντο χαλκού, αντικείμενα από φαγεντιανή, ήλεκτρο, αλάβαστρο, που αποτελούν αδιάψευστους μάρτυρες του εκτεταμένου μυκηναϊκού εμπορίου.
Ακολουθούν εκθέματα που προέρχονται από τα νεκροταφεία θαλαμωτών τάφων της Ευαγγελίστριας Ναυπλίου, της Ασίνης, των Δενδρών, της Παλαιάς Επιδαύρου καθώς και από το θολωτό τάφο της Καζάρμας. Λίθινα, μετάλλινα και πήλινα αγγεία, ειδώλια ελεφάντινα έργα, σφραγιδόλιθοι και κοσμήματα από χρυσό, ημιπολύτιμους λίθους, ήλεκτρο, φαγεντιανή και γυαλί φωτίζουν τις ταφικές πρακτικές και αντανακλούν τη διαστρωμάτωση της μυκηναϊκής κοινωνίας. Ξεχωρίζουν οι αμφοροειδείς κρατήρες με παραστάσεις άρματος και κιθαρωδού αντίστοιχα και ο κάλαθος – ρυτό με παράσταση αιγάγρου από την Ευαγγελίστρια Ναυπλίου.
Η χάλκινη πανοπλία των Δενδρών, το κορυφαίο έκθεμα του μουσείου, εκτίθεται σε ξεχωριστή περίοπτη προθήκη μαζί με τα υπόλοιπα εντυπωσιακά κτερίσματα του τάφου στον οποίο βρέθηκε, εξαρτήματα του οπλισμού του πολεμιστή, χάλκινα σκεύη και πήλινα αγγεία.
Στην αίθουσα του δεύτερου ορόφου η παρουσίαση ξεκινά με τα υλικά κατάλοιπα της εποχής του Σιδήρου. Περίοπτη θέση κατέχει το χάλκινο κράνος από τον περίφημο υπομυκηναϊκό τάφο της Τίρυνθας (11ος αι. π.Χ.).
Χάλκινη πανοπλία από το μυκηναϊκό
νεκροταφείο Δενδρών. Τέλος 15ου αι. π.X.
Η γεωμετρική εποχή σκιαγραφείται μέσα από τα ευρήματα των τάφων της Πρόνοιας Ναυπλίου, της Τίρυνθας, της Ασίνης και του Μπερμπατίου. Τα άλογα με τον ιππηλάτη, το πιο χαρακτηριστικό αργειακό εικονογραφικό θέμα, αποτυπώνει το ηρωικό πνεύμα, ενώ παραστάσεις καραβιών, τελετουργικών χορών, ζώων και πτηνών συνθέτουν την εικόνα της ομηρικής εποχής.
Οι λατρείες της αρχαϊκής εποχής παρουσιάζονται κυρίως μέσα από τα ευρήματα της Τίρυνθας. Ένθρονες γυναικείες θεότητες, αναθέτριες, ένας ασπιδοφόρος ιππέας, μικρογραφικά αγγεία, άνθη, καρποί και στεφάνια, σχετίζονται με τη λατρεία της Ήρας, ενώ χάλκινα ομοιώματα κρανών και κνημίδας και τμήματα κρατήρων του 5ου αι. π.Χ. με αφιερωματικές επιγραφές συνδέονται με τη λατρεία της θεάς Αθηνάς. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι περίφημες πήλινες αναθηματικές ασπίδες με μυθολογικές σκηνές, και τα πήλινα τελετουργικά προσωπεία, του 7ου αιώνα π.Χ., από τον λεγόμενο «Βόθρο» της Τίρυνθας καθώς και ο χάλκινος κούρος από το Κεφαλάρι του Άργους (560-540 π.Χ.).
Ακολουθεί η ενότητα των αρχαίων πόλεων της Επιδαύρου, της Ερμιόνης, των Αλιέων, καθώς και η αρχαία Ασίνη. Πήλινα και γυάλινα αγγεία, ειδώλια, χρυσά κοσμήματα, στλεγγίδες, χάλκινα κάτοπτρα και σκεύη, σκιαγραφούν όψεις της ζωής και του θανάτου στις αρχαίες αυτές πόλεις. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει το χάλκινο αγαλμάτιο κόρης (γύρω στο 600 π.Χ.) από το ιερό της Αρτέμιδος στην πόλη της Επιδαύρου, το χάλκινο κάτοπτρο στον τύπο των Καρυατίδων (490-470 π.Χ.) από την Ερμιόνη και τρία συσσωματωμένα από τη διάβρωση σιδερένια κλειδιά από το ναό του Απόλλωνα των Αλιέων.
Η περιήγηση συμπληρώνεται με την παρουσίαση μιας αγροικίας του 6ου αι. μ.Χ. στο Πύργουθι, στην κοιλάδα του Μπερμπατίου. Εκτίθενται τα σκεύη και τα εργαλεία που σχετίζονται με τη διαδικασία παραγωγής κρασιού αλλά και με τις άλλες αγροτικές ασχολίες των ενοίκων της.
Η έκθεση ολοκληρώνεται με τις Συλλογές των δωρητών του Μουσείου. Παρουσιάζονται αττικά, βοιωτικά και κορινθιακά αγγεία και ειδώλια που προέρχονται από τις Συλλογές των φιλάρχαιων δωρητών Γλυμενοπούλου, Ποταμιάνου, Αρχιεπισκόπου Νικάνδρου και Θερμογιάννη.
Περίοπτη θέση ανάμεσά τους κατέχει ο παναθηναϊκός αμφορέας, έργο του Ζωγράφου του Μαστού (530-520 π.Χ.). Η σκηνή του φόνου της Κλυταιμνήστρας από τον Ορέστη απεικονίζεται πάνω σε μια αττική ερυθρόμορφη υδρία (περ. 440 π.Χ.). Ένας βοιωτικός ψευδοερυθρόμορφος καβειρικός σκύφος (425-400 π.Χ.) απεικονίζει μια παρωδία του γνωστού μύθου της φιλοξενίας του Οδυσσέα στο παλάτι της Κίρκης.